- Ἐπίκουρε
- Ἐπίκουροςmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐπίκουρε — ἐπίκουρος helper masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐπίκουρ' — Ἐπίκουρε , Ἐπίκουρος masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπίκουρ' — ἐπίκουρε , ἐπίκουρος helper masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)